ΠΡΟΤΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ : ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ - ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΧΩΡΙΣ ΜΑΣΚΑ ... ΤΟΥ ΘΕΜΟΥ ΚΟΡΝΑΡΟΥ
Βιογραφικό Σημείωμα
ΘΕΜΟΣ ΚΟΡΝΑΡΟΣ (1906-1970)
Ο Θέμος Κορνάρος γεννήθηκε στη Σίββα της Μεσσαράς στην Κρήτη. Λόγω της φτώχειας της οικογένειάς του μπήκε από μικρός στη βιοπάλη και ταξίδεψε ανά την Ελλάδα ασκώντας διάφορα χειρωνακτικά επαγγέλματα. Όταν έφτασε στην πρωτεύουσα προσπάθησε να παρακολουθήσει μαθήματα στο Πανεπιστήμιο, δεν τα κατάφερε όμως γιατί παράλληλα δούλευε εργάτης στο χτίσιμο του Εθνικού Θεάτρου. Εκεί γνωρίστηκε με τον Κωστή Μπαστιά και μέσω αυτού με τον Φώτο Πολίτη, που δέχτηκε με ενθουσιώδεις κριτικές τα πεζογραφήματά του Το Άγιον Όρος και Σπιναλόγκα (1933). Συνέχισε να δουλεύει ως εργάτης ως το 1944, οπότε συνελήφθη από τα S.S. και κλείστηκε στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου ως την Απελευθέρωση. Οι κακουχίες του είχαν και συνέχεια: καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο χρόνων με αφορμή το κείμενό του Αγύρτες και κλέφτες στην εξουσία (στραμμένο εναντίον αρχιεπισκόπου), συνελήφθη το 1947 και εξορίστηκε ως το 1952. Την εκδοτική του δραστηριότητα ξανάρχισε μετά το 1955 και ως το 1960 κυκλοφόρησε τέσσερα πεζογραφήματα και δύο τόμους ταξιδιωτικών εντυπώσεων και επιμελήθηκε δυο ανθολογιών αντιστασιακής λογοτεχνίας με τίτλους Θυσίες και δάφνες του ελληνικού λαού και Αρματωμένη Ελλάδα. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Νέοι Πρωτοπόροι, Ελεύθερα Γράμματα, Επιθεώρηση Τέχνης και την εφημερίδα Η Αυγή. Ταξίδεψε στην Ιταλία, την Ελβετία, τη Σοβιετική Ένωση και σε χώρες των βαλκανίων. Πέθανε στην Αθήνα κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου. [Για τα τελευταία εφτά χρόνια της ζωής του δεν έχουμε στοιχεία, παρά μόνο πως αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα, καθώς οι εκδοτικοί οίκοι δεν σεβάστηκαν τα συγγραφικά του δικαιώματα. Ασαφής παραμένει επίσης ο λόγος του θανάτου του, ενώ δεν υπάρχουν χειρόγραφά του]. Στην Κρήτη εξέδωσε και το πρώτο του πεζογράφημα με τίτλο Έρωτας ή αναιστησία. Το πεζογραφικό έργο του Θέμου Κορνάρου τοποθετείται χρονικά στην ελληνική πεζογραφία της γενιάς του μεσοπολέμου. Το έργο του είναι στρατευμένο, έχει τη μορφή ντοκουμέντου καταγγελίας, κινείται στα πλαίσια της ρεαλιστικής γραφής και της άμεσης καταγραφής προσωπικών βιωμάτων του συγγραφέα με έντονα πολεμικό ύφος. Παράλληλα αν και ο Κορνάρος ήταν ενταγμένος στην Αριστερά, ο προβληματισμός του στα πρώτα του έργα ξεπερνούσε τα στενά όρια της πολιτικής και υπαγορευόταν από το γενικότερο ανθρωπιστικό ιδεολογικό προσανατολισμό του συγγραφέα. Με το πέρασμα του χρόνου οδηγήθηκε (κυρίως μετά το 1935) στο διδακτισμό και την αυστηρή ιδεολογική στράτευση, διατήρησε ωστόσο αμείωτη τη δεινότητα της αφηγηματικής του τεχνικής. 1. Τα στοιχεία αντλήθηκαν από τα λήμματα Αργυρίου Αλεξ., «Θέμος Κορνάρος», Η μεσοπολεμική πεζογραφία · Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939)Ε’, σ.122-134. Αθήνα, Σοκόλης, 1992, Ζήρας Αλεξ., «Κορνάρος Θέμος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό5. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1986 και Καμπάνης Φάνης, «Κορνάρος Θέμος», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας9. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ.
Εργογραφία
(πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις)
• Έρωτας ή αναιστησία. Ηράκλειο, 1929.
• Άγιον Όρος · Οι άγιοι χωρίς μάσκα. Αθήνα, 1933.
• Σπιναλόγκα · Ad vitam. Αθήνα, Γκωγκώνης, 1933.
• Ο Αλήτης. Αθήνα, Γκωγκώνης, 1935.
• Καλοί και κακοί·Μυθιστόρημα. Αθήνα, Πυρσός, 1941.
• Δε θα πεθάνουμε ! Αθήνα, Κορόντζης, 1943.
• Ο Δαίμονας · Μυθιστόρημα. Αθήνα, Κορόντζης, 1943.
• Στρατόπεδο του Χαϊδαρίου. Αθήνα, Καραβίας, 1945.
• Ο εσταυρωμένος λαός μου. Αθήνα, Καραβίας, 1945.
• Αγύρτες και κλέφτες στην εξουσία. Αθήνα, 1946.
• Με τα παιδιά της θύελλας. Αθήνα, Μόρφωση,1956.
• Στάχτες και φοίνικες· Μυθιστόρημα. Αθήνα, Δίφρος, 1957.
• Η αιχμαλωσία της νύχτας. Αθήνα, Δίφρος, 1958.
• Το ξεκίνημα μιας γενιάς· (Από τα βαλτονέρια της Μεγάλης Ιδέας). 1962.
• Η γη της Ανάστασης (Κίνα) · Ταξίδια. Αθήνα, Φαιστός, 1959.
• Οδός Προμηθέως · Ρωσία – Ελβετία – Ρώμη – Βουλγαρία- Ρουμανία. Αθήνα, Φαιστός, 1960.
• Θεσσαλονίκη 9-11 Μάη 1936 (Οι αγώνες του λαού). Αθήνα, Χρόνος, 1981.
Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΘΕΜΟΣ ΚΟΡΝΑΡΟΣ ΞΕΣΚΕΠΑΖΕΙ ΕΚ ΤΩΝ ΕΣΩ ΤΗΝ (ΠΑΡΑΣΙΤΙΚΗ;;) ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΤΟΥ "ΑΓΙΟΥ" ΟΡΟΥΣ ...
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΦΡΙΞΤΕ ...
ΕΠΕΙΔΗ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΙΝΑΙ ΔΥΣΕΥΡΕΤΟ , ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΕΤΕ ΚΑΙ ΑΠΟ ΕΔΩ : Scribd.
Το βιβλίο όπως ήταν αναμενόμενο προκάλεσε πολλές αρνητικές αντιδράσεις και ξεσήκωσε ένα κύμα οργής από τους καθεστωτικούς λογοτεχνικούς κύκλους του Ελληνικού Μεσοπολέμου και τους έμμισθους κονδυλοφόρους της αστικοτσιφλικάδικης άρχουσας τάξης, γεγονός που οδήγησε στην κατ' επανάληψη απαγόρευση της κυκλοφορίας του και στον διωγμό του συγγραφέα.
Παρατίθεται αυτούσιος ο επίλογος της πέμπτης έκδοσης του βιβλίου, το 1955, όταν οι συνθήκες δεν είχαν και πολύ αλλάξει από το 1933:
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΣ ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Αυτά όλα, δεν είναι παρά αμυδρή εικόνα, μιας πραγματικότητας. Κι η πραγματικότητα αυτή δεν είναι άλλο από το βρυκολακιασμένο ρασοκρατικό Μεσαίωνα. Κι εμείς κυβερνούμαστε από βρυκόλακες.
Αδιάφοροι, δουλοπρεπείς, χαμοζωίτες, καραγκιοζοπαίχτες (στην καλύτερή μας εκδήλωση) καθόμαστε με σταυρωμένα τα χέρια κι αφήνουμε το βρωμερό βρυκόλακα να πιπιλάει το αίμα και την ανθρωπιά μας.
Δεν είμαι ο πρώτος που βλέπει αυτούς τους εξευτελισμούς, που γίνουνται σε βάρος μιας ολάκερης εποχής, μιας ακέριας εργαζόμενης ανθρωπότητας. Κι άλλοι, με χίλια μάτια πάρα πάνω από μένα, τα 'δανε τα αίσχη αυτά. Ποιητές, δημοσιογράφοι, λόγιοι, ανθρώποι του Νόμου, υπεύθυνοι άρχοντες, πατήσανε και ζήσανε στην αμαρτωλή αυτή γη.
Κανένας δε μίλησε. Ο Νόμος κοιμήθηκε. Η πολιτεία, συστηματικά κι επίσημα σκέπασε πάντα αυτό τον κοπρόλακκο, στον οποίο φυτρώνουνε οι άγιοι λαθρέμποροι, οι όσιοι σαρκέμποροι, οι μεγαλόμαρτυρες παιδεραστές και δολοφόνοι.
Γι' αυτούς που και ο χαρακτηρισμός «χτήνη» θα 'τανε αλαφρός, αν δεν πρόσβαλλε τα εργατικά ζώα, θυσιάσαμε και θυσιάζουμε ζωές, πληθυσμούς ολάκερους, πολιτισμό, ηθική, ανθρώπινη υπόσταση.
Μην ξεχνάει κανένας την τραγωδία της Χαλκιδικής. Και τότε δε θα ξεχάσει και τους χριστιανούς του Άθω.
Φοβηθήκανε μη δώσουνε μια δεκάρα στους σεισμοπαθείς, που σταθήκανε οι σκλάβοι τους οι αλύτρωτοι, 10 συνεχόμενους αιώνες. Κλειστήκανε στο Κράτος τους. Βάλανε φύλακα, αμπελικό, το επίσημο ελληνικό Κράτος: διατάξανε τον πολιτικό γενικό διοικητή, να υπογράψει διαταγή, που ν' απαγορεύει την είσοδο σε κάθε άνθρωπο και «προ πάντων στους δημοσιογράφους». Κι αυτό καταλαβαίνετε γιατί: για να κρύψουνε την ψευτιά που διαδώκανε πως είχε τάχα σοβαρές ζημιές και τ' Άγιον Όρος. Που μεταφράζεται σε απλούστερη νεοελληνική γλώσσα: για να φυλάξουνε τα πλούτια τους και τα χρυσάφια τους. Για να εξασφαλίσουνε την οικοδομήσιμη ξυλεία, που σαπίζει στις παραλίες του Όρους, 3-4 χρόνια απούλητη κι αζήτητη.
Και το Κράτος, δούλος υπάκουος και ταπεινός του μεσαιωνικού Κράτους, εσφράγισε αυτή την ψευτιά του καλόγερου, με τη σφραγίδα την επίσημη.
Εφορολόγησε τον εργάτη και τον αγρότη, μάζεψε απ' αυτούς 15 εκατομμύρια δραχμές (σταγόνες αίμα θα 'λεγα) για ν' αγοράσει την οικοδομήσιμη ξυλεία, που χρειαζότανε για την πρόχειρη στέγαση των σεισμοπαθών. Η περισσότερη ξυλεία που χρησιμοποιήθηκε είναι ντόπια. Δηλαδή αγιορείτικη. Που θα πει: πλερώσαμε κι από πάνω, ακριβά-ακριβά, τη θηριωδία, την εγκληματικότητα των άγιων Μπαμπάνηδων και των όσιων Γιαγκούληδων της χριστιανικής πολιτείας του Άθω.
Μα και κάτι άλλο έχω να πω: όσοι πατήσανε τον τόπο αυτό, θα παρατηρήσανε ένα πράμα: νερό να ζητήσεις ή ψωμί, μπορεί να μη σου δώσουνε οι θησαυροφύλακες του Θεού. Κρασί όμως με τη στάμνα σε ποτίζουνε. Κι αυτό έχει το λόγο του.
Σκλάβοι χρειάζουνται να δουλέψουνε τη Γη, για να θρέψουνε τα γουρούνια του Όρους. Μα πρέπει να δουλέψουνε τσάμπα. Και για να γίνει αυτό, πρέπει να ξεριζωθεί απ' τον άνθρωπο, η καρδιά κι η συνείδηση και να παραλύσουνε τα νεύρα. Ο αλκοολισμός είναι ο βοηθός για τη δημιουργία αυτών των ανθρώπινων ομοιωμάτων. Και τον καλλιεργούνε με μαστοριά μοναδική οι ρασοφόροι παραμορφωτές της «φύσης».
Λίγοι εργάτες απ' αυτούς που μπαίνουνε στο Άγιον Όρος, καταφέρνουνε να φύγουνε.
Σ' όλη τους τη ζωή γυρνούνε αλήτες στο περιβόλι της Παναγιάς παρακαλώντας να τους πάρουνε οι ασκητές στη δουλειά τους, μόνο για ένα ξεροκόμματο ψωμί. Κι αυτά όλα για να εξασφαλίσουνε την άνεση στους αγιορείτες, να επιδίδονται αποτελεσματικότερα στα λαθρεμπόρια, στη παραλυσία, στις δολοφονίες και στη συγγραφή Νικοδημήτικων πορνογραφημάτων.
Να σκεφτεί κανένας ποια υπηρεσία προσφέρουνε στο σύνολο το κοινωνικό, αυτά τα αλητόσκυλα, απέναντι στ' αγαθά που χαίρουνται είναι ν' ανατριχιάσει και να σιχαθεί τον άνθρωπο με την εγκληματική ανεχτικότητά του. Δουλειά τους είναι η απάτη. Τίποτε άλλο. Απατούνε και τον ίδιο τους εαυτό. Απατούνε το Κράτος και ζούνε απ' τα ταμεία του. Απατούνε το χωρικό και τον εργάτη και τους κλέβουνε.
Απατούνε τη μάνα και της παίρνουνε το παιδί της.
Αυτό το τελευταίο έχει ξεχωριστή σημασία: δεν περνά χρόνος - έχουμε ακούσει όλοι - που να μη χαθούνε κάμποσα παιδάκια από 6-8 χρονών. Οι Εβραίοι χρειάζονται τέτοιας ηλικίας χριστιανόπαιδα για το Πάσχα τους, μας έχουνε μάθει να πιστεύουμε. Κι όμως δεν τα χρειάζονται οι Εβραίοι παρά οι Άγιοι του Άθω, για το κρεβάτι τους, για μηχανές της ηδονής.
Μάλιστα. Εκεί πρέπει ν' αναζητηθούνε τα παιδιά, που χαθήκανε και που χάνονται ταχτικά.
Υπάρχουνε σ'αυτό το διαφθορείο παιδιά από 14 χρονώ και πάνω, που δεν ξέρουνε ούτε μάνα ούτε πατέρα. Τα ονόματά τους τα 'χουνε ξεχάσει. Την πατρίδα τους δεν την θυμούνται. Μόνο από κάτι μικροεπεισόδια, από κάποιες θαμπές αναμνήσεις σου δίνουνε να καταλάβεις από ποια ηλικία τα μαζέψανε οι τίμιοι αυτοί άνθρωποι με τις χίλιες μάσκες και τον βούρκο τον ψυχικό. Και το νόστιμο είναι πως η εισαγωγή των παιδιών που γίνεται με την απάτη, ή με τους ειδικούς πράχτορες, δεν είναι αρκετή για να καλύψει τις ανάγκες του Όρους. Γι' αυτό όταν ο Βενιζέλος πήγε στο Βατοπέδι, το πρώτο παράπονο που του κάνανε οι καλόγεροι ήτανε πως «η αστυνομία απαγορεύει την είσοδο . παιδιών στο Όρος».
Η απάντηση του πρωθυπουργού ήτανε, να καλέσει τον αστυνομικό διοικητή του Όρους (τον ανθυπασπιστή Τσαπάκη) να του ζητήσει σχετικές εξηγήσεις. «Εκτελώ ανωτέρας διαταγάς». Έτσι του απάντησε ο αστυνομικός. «Εγώ καταργώ κάθε προηγούμενη διαταγή».
Μ' αυτά τα λόγια ο πρωθυπουργός εσφράγισε την ελεεινή διαταγή, που επιτρέπει στους ρασοσατύρους να εξασκούνε ελεύθερα το εμπόριο της παιδικής σάρκας.
ΚΑΤΗΓΟΡΩ, μπροστά στο μεγάλο λαϊκό δικαστήριο, τη σπείρα των αγιορειτών και τους συνενόχους της.
ΚΑΤΑΓΓΕΛΛΩ, στον φορολογούμενο λαό, στον κόσμο των πεινασμένων και των απόκληρων της ζωής, τη διπλή εκμετάλλευση που τους γίνεται, για χάρη των 4 χιλιάδων παρασίτων του αμαρτωλού βουνού. ΔΕΙΧΝΩ με ονόματα πραγματικά, τους κακοποιούς.
Καθόλου δεν απευθύνομαι προς τους υπεύθυνους άρχοντες κι ούτε ζητώ του κακού τη γιατρειά απ' τις αρχές.
Στους φθισικούς, στους άστεγους, στους πεινασμένους, στους άνεργους, στους λεπρούς της σπιναλογκίτικης κόλασης, στους φυλακισμένους στα υγρά μπουντρούμια του Ιτζεδίν, της Αίγινας, του Φίρκα κλπ., σ' αυτούς μιλώ.
Και για σανατόρια έχει μέρος και για λεπροκομείο της ανθρωπιάς και για φυλακές αγροτικές και για δασοκομικές σχολές ανεχτίμητο φυτικό πλούτο. Για τους σεισμοπαθείς της Χαλκιδικής έχει και ξυλεία οικοδομήσιμη 100 φορές παρά πάνω απ' όση χρειάζονται και τρόφιμα και ρουχισμό για δεκάδες ολόκληρα χρόνια.
Στο χέρι τους είναι να τα διαθέσουνε όπως νομίζουνε πιο καλά και τίμια, στο χέρι τους και να τα χαραμίσουνε στους φεουδάρχες, που κατοικούνε και λυμαίνονται 10 αιώνες τώρα τη χώρα του Άθω.
Αυτό είναι το περίφημο, το θρυλοτυλιγμένο Άγιον Όρος, η κεφαλή της Ορθοδοξίας. Με την αυριανή ονομασία του: «Βουνό της υγείας και της επιστήμης».
Παρατίθεται αυτούσιος ο επίλογος της πέμπτης έκδοσης του βιβλίου, το 1955, όταν οι συνθήκες δεν είχαν και πολύ αλλάξει από το 1933:
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΣ ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Αυτά όλα, δεν είναι παρά αμυδρή εικόνα, μιας πραγματικότητας. Κι η πραγματικότητα αυτή δεν είναι άλλο από το βρυκολακιασμένο ρασοκρατικό Μεσαίωνα. Κι εμείς κυβερνούμαστε από βρυκόλακες.
Αδιάφοροι, δουλοπρεπείς, χαμοζωίτες, καραγκιοζοπαίχτες (στην καλύτερή μας εκδήλωση) καθόμαστε με σταυρωμένα τα χέρια κι αφήνουμε το βρωμερό βρυκόλακα να πιπιλάει το αίμα και την ανθρωπιά μας.
Δεν είμαι ο πρώτος που βλέπει αυτούς τους εξευτελισμούς, που γίνουνται σε βάρος μιας ολάκερης εποχής, μιας ακέριας εργαζόμενης ανθρωπότητας. Κι άλλοι, με χίλια μάτια πάρα πάνω από μένα, τα 'δανε τα αίσχη αυτά. Ποιητές, δημοσιογράφοι, λόγιοι, ανθρώποι του Νόμου, υπεύθυνοι άρχοντες, πατήσανε και ζήσανε στην αμαρτωλή αυτή γη.
Κανένας δε μίλησε. Ο Νόμος κοιμήθηκε. Η πολιτεία, συστηματικά κι επίσημα σκέπασε πάντα αυτό τον κοπρόλακκο, στον οποίο φυτρώνουνε οι άγιοι λαθρέμποροι, οι όσιοι σαρκέμποροι, οι μεγαλόμαρτυρες παιδεραστές και δολοφόνοι.
Γι' αυτούς που και ο χαρακτηρισμός «χτήνη» θα 'τανε αλαφρός, αν δεν πρόσβαλλε τα εργατικά ζώα, θυσιάσαμε και θυσιάζουμε ζωές, πληθυσμούς ολάκερους, πολιτισμό, ηθική, ανθρώπινη υπόσταση.
Μην ξεχνάει κανένας την τραγωδία της Χαλκιδικής. Και τότε δε θα ξεχάσει και τους χριστιανούς του Άθω.
Φοβηθήκανε μη δώσουνε μια δεκάρα στους σεισμοπαθείς, που σταθήκανε οι σκλάβοι τους οι αλύτρωτοι, 10 συνεχόμενους αιώνες. Κλειστήκανε στο Κράτος τους. Βάλανε φύλακα, αμπελικό, το επίσημο ελληνικό Κράτος: διατάξανε τον πολιτικό γενικό διοικητή, να υπογράψει διαταγή, που ν' απαγορεύει την είσοδο σε κάθε άνθρωπο και «προ πάντων στους δημοσιογράφους». Κι αυτό καταλαβαίνετε γιατί: για να κρύψουνε την ψευτιά που διαδώκανε πως είχε τάχα σοβαρές ζημιές και τ' Άγιον Όρος. Που μεταφράζεται σε απλούστερη νεοελληνική γλώσσα: για να φυλάξουνε τα πλούτια τους και τα χρυσάφια τους. Για να εξασφαλίσουνε την οικοδομήσιμη ξυλεία, που σαπίζει στις παραλίες του Όρους, 3-4 χρόνια απούλητη κι αζήτητη.
Και το Κράτος, δούλος υπάκουος και ταπεινός του μεσαιωνικού Κράτους, εσφράγισε αυτή την ψευτιά του καλόγερου, με τη σφραγίδα την επίσημη.
Εφορολόγησε τον εργάτη και τον αγρότη, μάζεψε απ' αυτούς 15 εκατομμύρια δραχμές (σταγόνες αίμα θα 'λεγα) για ν' αγοράσει την οικοδομήσιμη ξυλεία, που χρειαζότανε για την πρόχειρη στέγαση των σεισμοπαθών. Η περισσότερη ξυλεία που χρησιμοποιήθηκε είναι ντόπια. Δηλαδή αγιορείτικη. Που θα πει: πλερώσαμε κι από πάνω, ακριβά-ακριβά, τη θηριωδία, την εγκληματικότητα των άγιων Μπαμπάνηδων και των όσιων Γιαγκούληδων της χριστιανικής πολιτείας του Άθω.
Μα και κάτι άλλο έχω να πω: όσοι πατήσανε τον τόπο αυτό, θα παρατηρήσανε ένα πράμα: νερό να ζητήσεις ή ψωμί, μπορεί να μη σου δώσουνε οι θησαυροφύλακες του Θεού. Κρασί όμως με τη στάμνα σε ποτίζουνε. Κι αυτό έχει το λόγο του.
Σκλάβοι χρειάζουνται να δουλέψουνε τη Γη, για να θρέψουνε τα γουρούνια του Όρους. Μα πρέπει να δουλέψουνε τσάμπα. Και για να γίνει αυτό, πρέπει να ξεριζωθεί απ' τον άνθρωπο, η καρδιά κι η συνείδηση και να παραλύσουνε τα νεύρα. Ο αλκοολισμός είναι ο βοηθός για τη δημιουργία αυτών των ανθρώπινων ομοιωμάτων. Και τον καλλιεργούνε με μαστοριά μοναδική οι ρασοφόροι παραμορφωτές της «φύσης».
Λίγοι εργάτες απ' αυτούς που μπαίνουνε στο Άγιον Όρος, καταφέρνουνε να φύγουνε.
Σ' όλη τους τη ζωή γυρνούνε αλήτες στο περιβόλι της Παναγιάς παρακαλώντας να τους πάρουνε οι ασκητές στη δουλειά τους, μόνο για ένα ξεροκόμματο ψωμί. Κι αυτά όλα για να εξασφαλίσουνε την άνεση στους αγιορείτες, να επιδίδονται αποτελεσματικότερα στα λαθρεμπόρια, στη παραλυσία, στις δολοφονίες και στη συγγραφή Νικοδημήτικων πορνογραφημάτων.
Να σκεφτεί κανένας ποια υπηρεσία προσφέρουνε στο σύνολο το κοινωνικό, αυτά τα αλητόσκυλα, απέναντι στ' αγαθά που χαίρουνται είναι ν' ανατριχιάσει και να σιχαθεί τον άνθρωπο με την εγκληματική ανεχτικότητά του. Δουλειά τους είναι η απάτη. Τίποτε άλλο. Απατούνε και τον ίδιο τους εαυτό. Απατούνε το Κράτος και ζούνε απ' τα ταμεία του. Απατούνε το χωρικό και τον εργάτη και τους κλέβουνε.
Απατούνε τη μάνα και της παίρνουνε το παιδί της.
Αυτό το τελευταίο έχει ξεχωριστή σημασία: δεν περνά χρόνος - έχουμε ακούσει όλοι - που να μη χαθούνε κάμποσα παιδάκια από 6-8 χρονών. Οι Εβραίοι χρειάζονται τέτοιας ηλικίας χριστιανόπαιδα για το Πάσχα τους, μας έχουνε μάθει να πιστεύουμε. Κι όμως δεν τα χρειάζονται οι Εβραίοι παρά οι Άγιοι του Άθω, για το κρεβάτι τους, για μηχανές της ηδονής.
Μάλιστα. Εκεί πρέπει ν' αναζητηθούνε τα παιδιά, που χαθήκανε και που χάνονται ταχτικά.
Υπάρχουνε σ'αυτό το διαφθορείο παιδιά από 14 χρονώ και πάνω, που δεν ξέρουνε ούτε μάνα ούτε πατέρα. Τα ονόματά τους τα 'χουνε ξεχάσει. Την πατρίδα τους δεν την θυμούνται. Μόνο από κάτι μικροεπεισόδια, από κάποιες θαμπές αναμνήσεις σου δίνουνε να καταλάβεις από ποια ηλικία τα μαζέψανε οι τίμιοι αυτοί άνθρωποι με τις χίλιες μάσκες και τον βούρκο τον ψυχικό. Και το νόστιμο είναι πως η εισαγωγή των παιδιών που γίνεται με την απάτη, ή με τους ειδικούς πράχτορες, δεν είναι αρκετή για να καλύψει τις ανάγκες του Όρους. Γι' αυτό όταν ο Βενιζέλος πήγε στο Βατοπέδι, το πρώτο παράπονο που του κάνανε οι καλόγεροι ήτανε πως «η αστυνομία απαγορεύει την είσοδο . παιδιών στο Όρος».
Η απάντηση του πρωθυπουργού ήτανε, να καλέσει τον αστυνομικό διοικητή του Όρους (τον ανθυπασπιστή Τσαπάκη) να του ζητήσει σχετικές εξηγήσεις. «Εκτελώ ανωτέρας διαταγάς». Έτσι του απάντησε ο αστυνομικός. «Εγώ καταργώ κάθε προηγούμενη διαταγή».
Μ' αυτά τα λόγια ο πρωθυπουργός εσφράγισε την ελεεινή διαταγή, που επιτρέπει στους ρασοσατύρους να εξασκούνε ελεύθερα το εμπόριο της παιδικής σάρκας.
ΚΑΤΗΓΟΡΩ, μπροστά στο μεγάλο λαϊκό δικαστήριο, τη σπείρα των αγιορειτών και τους συνενόχους της.
ΚΑΤΑΓΓΕΛΛΩ, στον φορολογούμενο λαό, στον κόσμο των πεινασμένων και των απόκληρων της ζωής, τη διπλή εκμετάλλευση που τους γίνεται, για χάρη των 4 χιλιάδων παρασίτων του αμαρτωλού βουνού. ΔΕΙΧΝΩ με ονόματα πραγματικά, τους κακοποιούς.
Καθόλου δεν απευθύνομαι προς τους υπεύθυνους άρχοντες κι ούτε ζητώ του κακού τη γιατρειά απ' τις αρχές.
Στους φθισικούς, στους άστεγους, στους πεινασμένους, στους άνεργους, στους λεπρούς της σπιναλογκίτικης κόλασης, στους φυλακισμένους στα υγρά μπουντρούμια του Ιτζεδίν, της Αίγινας, του Φίρκα κλπ., σ' αυτούς μιλώ.
Και για σανατόρια έχει μέρος και για λεπροκομείο της ανθρωπιάς και για φυλακές αγροτικές και για δασοκομικές σχολές ανεχτίμητο φυτικό πλούτο. Για τους σεισμοπαθείς της Χαλκιδικής έχει και ξυλεία οικοδομήσιμη 100 φορές παρά πάνω απ' όση χρειάζονται και τρόφιμα και ρουχισμό για δεκάδες ολόκληρα χρόνια.
Στο χέρι τους είναι να τα διαθέσουνε όπως νομίζουνε πιο καλά και τίμια, στο χέρι τους και να τα χαραμίσουνε στους φεουδάρχες, που κατοικούνε και λυμαίνονται 10 αιώνες τώρα τη χώρα του Άθω.
Αυτό είναι το περίφημο, το θρυλοτυλιγμένο Άγιον Όρος, η κεφαλή της Ορθοδοξίας. Με την αυριανή ονομασία του: «Βουνό της υγείας και της επιστήμης».
Βιογραφικό Σημείωμα
ΘΕΜΟΣ ΚΟΡΝΑΡΟΣ (1906-1970)
Ο Θέμος Κορνάρος γεννήθηκε στη Σίββα της Μεσσαράς στην Κρήτη. Λόγω της φτώχειας της οικογένειάς του μπήκε από μικρός στη βιοπάλη και ταξίδεψε ανά την Ελλάδα ασκώντας διάφορα χειρωνακτικά επαγγέλματα. Όταν έφτασε στην πρωτεύουσα προσπάθησε να παρακολουθήσει μαθήματα στο Πανεπιστήμιο, δεν τα κατάφερε όμως γιατί παράλληλα δούλευε εργάτης στο χτίσιμο του Εθνικού Θεάτρου. Εκεί γνωρίστηκε με τον Κωστή Μπαστιά και μέσω αυτού με τον Φώτο Πολίτη, που δέχτηκε με ενθουσιώδεις κριτικές τα πεζογραφήματά του Το Άγιον Όρος και Σπιναλόγκα (1933). Συνέχισε να δουλεύει ως εργάτης ως το 1944, οπότε συνελήφθη από τα S.S. και κλείστηκε στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου ως την Απελευθέρωση. Οι κακουχίες του είχαν και συνέχεια: καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο χρόνων με αφορμή το κείμενό του Αγύρτες και κλέφτες στην εξουσία (στραμμένο εναντίον αρχιεπισκόπου), συνελήφθη το 1947 και εξορίστηκε ως το 1952. Την εκδοτική του δραστηριότητα ξανάρχισε μετά το 1955 και ως το 1960 κυκλοφόρησε τέσσερα πεζογραφήματα και δύο τόμους ταξιδιωτικών εντυπώσεων και επιμελήθηκε δυο ανθολογιών αντιστασιακής λογοτεχνίας με τίτλους Θυσίες και δάφνες του ελληνικού λαού και Αρματωμένη Ελλάδα. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Νέοι Πρωτοπόροι, Ελεύθερα Γράμματα, Επιθεώρηση Τέχνης και την εφημερίδα Η Αυγή. Ταξίδεψε στην Ιταλία, την Ελβετία, τη Σοβιετική Ένωση και σε χώρες των βαλκανίων. Πέθανε στην Αθήνα κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου. [Για τα τελευταία εφτά χρόνια της ζωής του δεν έχουμε στοιχεία, παρά μόνο πως αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα, καθώς οι εκδοτικοί οίκοι δεν σεβάστηκαν τα συγγραφικά του δικαιώματα. Ασαφής παραμένει επίσης ο λόγος του θανάτου του, ενώ δεν υπάρχουν χειρόγραφά του]. Στην Κρήτη εξέδωσε και το πρώτο του πεζογράφημα με τίτλο Έρωτας ή αναιστησία. Το πεζογραφικό έργο του Θέμου Κορνάρου τοποθετείται χρονικά στην ελληνική πεζογραφία της γενιάς του μεσοπολέμου. Το έργο του είναι στρατευμένο, έχει τη μορφή ντοκουμέντου καταγγελίας, κινείται στα πλαίσια της ρεαλιστικής γραφής και της άμεσης καταγραφής προσωπικών βιωμάτων του συγγραφέα με έντονα πολεμικό ύφος. Παράλληλα αν και ο Κορνάρος ήταν ενταγμένος στην Αριστερά, ο προβληματισμός του στα πρώτα του έργα ξεπερνούσε τα στενά όρια της πολιτικής και υπαγορευόταν από το γενικότερο ανθρωπιστικό ιδεολογικό προσανατολισμό του συγγραφέα. Με το πέρασμα του χρόνου οδηγήθηκε (κυρίως μετά το 1935) στο διδακτισμό και την αυστηρή ιδεολογική στράτευση, διατήρησε ωστόσο αμείωτη τη δεινότητα της αφηγηματικής του τεχνικής. 1. Τα στοιχεία αντλήθηκαν από τα λήμματα Αργυρίου Αλεξ., «Θέμος Κορνάρος», Η μεσοπολεμική πεζογραφία · Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939)Ε’, σ.122-134. Αθήνα, Σοκόλης, 1992, Ζήρας Αλεξ., «Κορνάρος Θέμος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό5. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1986 και Καμπάνης Φάνης, «Κορνάρος Θέμος», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας9. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ.
Εργογραφία
(πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις)
• Έρωτας ή αναιστησία. Ηράκλειο, 1929.
• Άγιον Όρος · Οι άγιοι χωρίς μάσκα. Αθήνα, 1933.
• Σπιναλόγκα · Ad vitam. Αθήνα, Γκωγκώνης, 1933.
• Ο Αλήτης. Αθήνα, Γκωγκώνης, 1935.
• Καλοί και κακοί·Μυθιστόρημα. Αθήνα, Πυρσός, 1941.
• Δε θα πεθάνουμε ! Αθήνα, Κορόντζης, 1943.
• Ο Δαίμονας · Μυθιστόρημα. Αθήνα, Κορόντζης, 1943.
• Στρατόπεδο του Χαϊδαρίου. Αθήνα, Καραβίας, 1945.
• Ο εσταυρωμένος λαός μου. Αθήνα, Καραβίας, 1945.
• Αγύρτες και κλέφτες στην εξουσία. Αθήνα, 1946.
• Με τα παιδιά της θύελλας. Αθήνα, Μόρφωση,1956.
• Στάχτες και φοίνικες· Μυθιστόρημα. Αθήνα, Δίφρος, 1957.
• Η αιχμαλωσία της νύχτας. Αθήνα, Δίφρος, 1958.
• Το ξεκίνημα μιας γενιάς· (Από τα βαλτονέρια της Μεγάλης Ιδέας). 1962.
• Η γη της Ανάστασης (Κίνα) · Ταξίδια. Αθήνα, Φαιστός, 1959.
• Οδός Προμηθέως · Ρωσία – Ελβετία – Ρώμη – Βουλγαρία- Ρουμανία. Αθήνα, Φαιστός, 1960.
• Θεσσαλονίκη 9-11 Μάη 1936 (Οι αγώνες του λαού). Αθήνα, Χρόνος, 1981.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου